Χερβούργο

Χερβούργο
(Cherbourg). Πόλη (90.500 κάτ.) της βορειοδυτικής Γαλλίας, στον νομό της Μάγχης· βρίσκεται στη βόρεια ακτή της χερσονήσου του Κοταντέν, στο πιο εσωτερικό σημείο του όρμου στον οποίο δίνει την ονομασία του, 300 χλμ. ΒΔ του Παρισιού και 150 Ν του Σαουθάμπτον (Μεγάλη Βρετανία). Ιδρύθηκε πιθανόν από τους Κέλτες και ήταν γνωστό τη ρωμαϊκή εποχή με την ονομασία Coriallum· εξαιτίας της θέσης του επάνω στο Στενό της Μάγχης, απέναντι από τις νότιες αγγλικές ακτές, έγινε κατά τον Μεσαίωνα σημαντικό φρούριο· κτήση των δουκών της Νορμανδίας, κατακτήθηκε κατά τη διάρκεια του Εκατονταετούς πολέμου από τους Άγγλους, που το κράτησαν έως το 1450. Με τα οχυρωματικά έργα που άρχισαν επί Λουδοβίκου ΙΔ’ και τον κυματοθραύστη (περίπου 4 χλμ.) που κλείνει τον όρμο, το X. έγινε ένα από τα κυριότερα γαλλικά πολεμικά λιμάνια, ενώ από τον 19o αι. επιβλήθηκε και ως εμπορικό λιμάνι, συγκεντρώνοντας μεγάλο μέρος της ευρωπαϊκής εμπορικής κίνησης με την Αμερική. Κατά τον B’ Παγκόσμιο πόλεμο το κατέλαβαν οι Γερμανοί, που το έκαναν ισχυρότατο φρούριό τους· απελευθερώθηκε από τους Συμμάχους στις 27 Ιουνίου 1944. Και σήμερα ακόμα το X. ζει κυρίως από την κίνηση του λιμανιού του, ιδιαίτερα με τη Μεγάλη Βρετανία (εισαγωγή κάρβουνου και ξυλείας, εξαγωγή κηπουρικών και γαλακτομικών προϊόντων), από την αλιεία και τις βιομηχανίες που συνδέονται με τη ναυτιλία. Το πλέον ενδιαφέρον μνημείο του είναι η εκκλησία της Αγίας Τριάδας του 16ου αι. σε γοτθικό ρυθμό. Βιομηχανική εγκατάσταση στο Χερβούργο (φωτ. ΑΠΕ).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • λιμάνι — Προστατευμένη φυσική ή τεχνητή περιοχή σε παραλία, σε όχθη ποταμού ή λίμνης, που προσφέρεται για την ασφαλή παραμονή των πλοίων, όπου μέσω λιμενικών εγκαταστάσεων, τα πλοία έχουν τη δυνατότητα φορτοεκφόρτωσης εμπορευμάτων, μεταφοράς επιβατών,… …   Dictionary of Greek

  • Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… …   Dictionary of Greek

  • Γκρινιάρ, Βικτόρ — (Victor Grignard, Χερβούργο 1871 – Λιόν 1935). Γάλλος χημικός. Υπήρξε μαθητής του Μπαρμπιέ, ενώ αργότερα αναγορεύτηκε καθηγητής της οργανικής xημείας στο πανεπιστήμιο της Λιόν. Το 1912 μοιράστηκε με τον Σαμπατιέ το βραβείο Νόμπελ χημείας. Ο Γ.… …   Dictionary of Greek

  • επικοινωνίας, οδοί — Κατευθυντήριες που ακολουθεί ο άνθρωπος στις μετακινήσεις του. Είναι δυνατόν να είναι χερσαίες (οδικές και σιδηροδρομικές), ποτάμιες ή σε πλωτές διώρυγες, λιμναίες, θαλάσσιες και εναέριες. Ο άνθρωπος επεμβαίνει με την εργασία του μόνο σε ό,τι… …   Dictionary of Greek

  • Νορμανδία — (Normandie). Ιστορική επαρχία της βόρειας Γαλλίας. Βρέχεται με μια ακτή 600 χλμ., από τα νερά του Στενού της Μάγχης, μεταξύ των εκβολών του Μπρελ στα Α και του Κουενόν (Κόλπος Σαιν Μαλό) στα Δ, και ορίζεται από τη Βρετάνη στα ΝΔ, την Πικαρδία στα …   Dictionary of Greek

  • Παγκόσμιοι πόλεμοι — Οι δύο πόλεμοι, ο A» Παγκόσμιος πόλεμος (1914 18) και ο B» Παγκόσμιος πόλεμος (1939 45), στους οποίους συμμετείχαν οι κυριότερες δυνάμεις του κόσμου. Α’ Παγκοσμιος πόλεμος. Ποτέ, στην υπερχιλιετή ιστορία της, η Ευρώπη δεν έφτασε σε τόσο υψηλό… …   Dictionary of Greek

  • Πρεβέρ, Ζακ — (Prévert, Νεϊγύ συρ Σεν 1900 – Χερβούργο 1977). Γάλλος ποιητής. Tο 1929 30 ακολούθησε το σουρρεαλιστικό ρεύμα, χωρίς όμως να προσχωρήσει απόλυτα σε αυτό. Έγραψε τους διαλόγους και τα σενάρια πολλών κινηματογραφικών έργων, όπως ήταν οι ταινίες του …   Dictionary of Greek

  • Σορέλ, Ζωρζ — (Sorel). Γάλλος πολιτικός συγγραφέας και θεωρητικός του επαναστατικού συνδικαλισμού (Χερβούργο 1847 Μπουλόν συρ Σεν 1922). Αφού αποφοίτησε από την Πολυτεχνική Σχολή του Παρισιού, εργάστηκε ως μηχανικός είκοσι χρόνια, αλλά από νέος είχε επιδοθεί… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”